- ἀποκαρπόω
- ἀποκαρπ-όω,A throw off, send out,
φλέβας Hp.Oss.17
:—[voice] Med., enjoy the fruits of, τι PAmh.2.142.15 (iv A.D.).
Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό). 2014.
φλέβας Hp.Oss.17
:—[voice] Med., enjoy the fruits of, τι PAmh.2.142.15 (iv A.D.).Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό). 2014.
ἀποκαρποῦνται — ἀποκαρπόω throw off pres ind mp 3rd pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἀποκαρποῦσθαι — ἀποκαρπόω throw off pres inf mp … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἀποκαρπούμενοι — ἀποκαρπόω throw off pres part mp masc nom/voc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)